Δολοφονία Γλυκά Νερά: Τα πολλά ψέματα και οι δύο αλήθειες του πιλότου - Η ώρα του εισαγγελέα
Το Τμήμα Ανθρωποκτονιών ακολουθεί πρωτόκολλα για την εξιχνίαση τέτοιου είδους υποθέσεων.
Τα πρωτόκολλα αυτά αναφέρουν ότι στα εγκλήματα υπό τέτοιες συνθήκες ο σύζυγος είναι ύποπτος. Δεν ήταν τυχαίο αυτό που έλεγαν οι αστυνομικοί τις πρώτες ημέρες: «Οφείλουμε να διερευνούμε τα πάντα, κάθε πιθανότητα ακόμη και τον σύζυγο».
Από την πρώτη στιγμή ο 33χρονος πιλότος επέμενε στα όσα ανέφερε στους αστυνομικούς του Τμήματος Δίωξης Ανθρωποκτονιών σε ένα σενάριο που ο ίδιος είχε «ξαναδιαβάσει».
Τα όσα περιέγραφε στους αστυνομικούς, στον 11ο όροφο της ΓΑΔΑ, ήταν σχεδόν τα όσα είχε βιώσει μερικά χρόνια νωρίτερα ο εκπαιδευτής του στα ελικόπτερα, ο οποίος είχε πέσει θύμα ληστείας μέσα στο σπίτι του στο Αλεποχώρι. Τότε οι κακοποιοί είχαν φερθεί με ιδιαίτερη βιαιότητα στη γυναίκα και στο σκυλί τους.
Γιατί σκότωσε το σκύλο;
Τα ίδια ακριβώς πράγματα είπε και ο Μπάμπης Αναγνωστόπουλος, ενώ είναι πολύ πιθανό πλέον να σκότωσε το τετράποδο που είχαν ως συντροφιά για να «δείξει» ότι πρόκειται αν όχι για την ίδια συμμορία, τουλάχιστον για ποινικούς με την παρόμοια αγριότητα απέναντι (και) στα ζώα.
Ληστεία «καρμπόν»
Ακόμη και η περιγραφή του αρχηγικού μέλους της εγκληματικής ομάδας ήταν «καρμπόν», με τον 33χρονο πιλότο να κάνει λόγο για έναν άνδρα περί το 1.70μ. ύψος, εύσωμο, με κοντό λαιμό και στρογγυλό πρόσωπο, ενώ ως λεπτομέρεια ανέφερε και τα... σαρκώδη χείλη.
Η γενικόλογη αναφορά του περί γλώσσας που ο ίδιος δεν αναγνώρισε ήταν ένα ακόμη «βολικό» στοιχείο, αναγκάζοντας τους αστυνομικούς να «κοιτάξουν» προς συμμορίες ποινικών από τα Βαλκάνια και την ανατολική Ευρώπη, οι οποίες είχαν επιδείξει ιδιαίτερη σκληρότητα.
Ο Μπάμπης Αναγνωστόπουλος, φρόντιζε να διατρανώνει ότι «εγώ με τη γυναίκα μου δεν είχαμε κανέναν καυγά, καμία διαμάχη, ήμασταν ευτυχισμένοι».
Όπως συμβαίνει σε ανάλογα περιστατικά, οι αξιωματικοί του Τμήματος Δίωξης Ανθρωποκτονιών επέδειξαν στον 33χρονο πιλότο εκατοντάδες φωτογραφίες ποινικών, που τα χαρακτηριστικά τους (σ.σ. κυρίως υψομετρικά) προσομοίαζαν στην περιγραφή του.
Μία τακτική που ακολουθεί η Αστυνομία είναι όταν δεν υπάρχει βεβαιότητα για τα λεγόμενα του ανθρώπου που καλείται να αναγνωρίσει υπόπτους να επιδεικνύει και φωτογραφίες άσχετων ατόμων μόνο και μόνο για να ελέγξει την αξιοπιστία του. Ενδεχομένως αυτό να έγινε και στη συγκεκριμένη περίπτωση, με τον Μπάμπης Αναγνωστόπουλος, να καταλήγει σε μία shortlist περίπου 10-15 ατόμων, για το καθένα από τα οποία έδινε ένα πιθανό ποσοστό ομοιότητας.
Για έναν απ’ αυτούς φέρεται να είχε πει στους αστυνομικούς ότι ταιριάζει κατά 80% με τη φιγούρα του ανθρώπου που σκότωσε την Καρολάιν, όπως την είχε δει την ώρα που «του έπεσε η μπαλακλάβα κατά την πάλη μαζί της».
Ό,τι ακριβώς είχε συμβεί και στο Αλεποχώρι με μία τεράστια διαφορά: εκεί πραγματικά υπήρχε εισβολή κακοποιών. Μάλιστα, οι αστυνομικοί με βάση τις περιγραφές του είχαν διαμορφώσει μέσω ηλεκτρονικού υπολογιστή κι ένα σκίτσο, το οποίο όμως δεν αξιοποιήθηκε ουσιαστικά. Ίσως να ήταν και ένα δικό τους τρικ για να θολώσουν τα νερά στον 33χρονο πιλότο, τον οποίον είχαν αρχίσει όλο και περισσότερο να υποπτεύονται καθώς περνούσαν οι ημέρες. Τίποτα, άλλωστε, από την εργαστηριακή ανάλυση δεν «έδειχνε» παρουσία τρίτου προσώπου στη μεζονέτα στα Γλυκά Νερά. Ο ίδιος, πάντως, επί 38 ημέρες συνέχιζε τα ψέματα νομίζοντας ότι έχει διαπράξει το «τέλειο έγκλημα».
Ο 33χρονος πιλότος Μπάμπης Αναγνωστόπουλος, πάντως, είπε και δύο αλήθειες:
α) ότι «οι αστυνομικοί έχουν στα χέρια τους στοιχεία και λεπτομέρειες που χειρίζονται με την απαραίτητη μυστικότητα» και β) ότι « αν υπάρχει κάποιος που μπορεί να τους βρει, είναι τα παιδιά αυτά του Ανθρωποκτονιών».
Γλυκά Νερά: Οι «άγνωστες» σκηνές στο σπίτι του φονικού - Τι έκανε ο πιλότος
Μετά την εξιχνίαση της άγριας δολοφονίας της 20χρονης Καρολάιν στα Γλυκά Νερά, αστυνομικές πηγές αποκαλύπτουν στο Newsbomb.gr τη συμπεριφορά που πρόδωσε τον 33χρονο πιλότο, τις κρίσιμες στιγμές που ακολούθησαν μόλις οι αστυνομικοί ανέβηκαν στη σοφίτα της μεζονέτας και αντίκρισαν εκείνον δεμένο και την άτυχη κοπέλα νεκρή πάνω στο διπλό κρεβάτι.
Οι αστυνομικοί είχαν μπροστά τους έναν άντρα, ο οποίος φερόταν -όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται- αλλοπρόσαλλα.
Ενώ ακόμα η σύζυγός του ήταν δίπλα του νεκρή στο κρεβάτι τηλεφωνούσε επίμονα στον προϊστάμενο του στη δουλειά για να τον ειδοποιήσει ότι δεν θα μπορέσει να πετάξει με το ελικόπτερο το πρωί και να μεταφέρει την πελάτισσα με την οποία είχε προγραμματισμένο ραντεβού.
Αστυνομικές πηγές αποκαλύπτουν ότι τηλεφώνησε τουλάχιστον τέσσερις φορές στη δουλειά του, χωρίς αρχικά να παίρνει απάντηση λόγω του προχωρημένου της ώρας. Κάποια στιγμή ο προϊστάμενος του απάντησε και τότε του είπε με ψυχραιμία, που δεν ταίριαζε σε καμία περίπτωση στην περίσταση, ότι η γυναίκα του είναι νεκρή και ότι θα πρέπει να μεταφέρει κάποιος άλλος συνάδελφός του την πελάτισσα. Η επιμονή του να τηλεφωνήσει στη δουλειά του ενώ δίπλα του ήταν δολοφονημένη η 20χρονη Καρολάιν προκάλεσε εντύπωση στους αστυνομικούς. Μάλιστα, ζήτησε από αστυνομικό το τηλέφωνό του, καθώς το δικό του ήταν ήδη «αντικείμενο έρευνας».
Αυτό όμως δεν ήταν το μόνο στοιχείο αλλοπρόσαλλης συμπεριφοράς. Ο πιλότος φέρεται να είπε κάποια στιγμή σε αστυνομικό που βρισκόταν στη μεζονέτα ότι δεν είχε τσακωθεί με τη σύζυγό του. Η αναφορά του προκάλεσε επίσης εντύπωση στους αστυνομικούς, καθώς κανείς δεν τον είχε ρωτήσει κάτι σχετικό που θα μπορούσε να προκαλέσει μία τέτοια απάντηση.
Επίσης, απαρατήρητο δεν πέρασε το γεγονός ότι ο 33χρονος βρέθηκε δεμένος, ωστόσο όχι τόσο σφιχτά που να δικαιολογείται το δέσιμό του από κάποιο άλλο άτομο. Συν τοις άλλοις είχε στο κεφάλι μία μονωτική ταινία, η οποία ήταν τυλιγμένη με παράξενο τρόπο, ενώ δεν του έκλεινε το στόμα.
Οι αστυνομικοί έβαλαν από την πρώτη στιγμή στο κάδρο των ερευνών τον 33χρονο πιλότο, χωρίς να διαρρέουν τίποτα στα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης. Οι έρευνες συνεχίστηκαν μέχρι που διαπιστώθηκε στη Διεύθυνση Εγκληματολογικών Ερευνών ότι η εφαρμογή που είχε εγκαταστήσει στο κινητό του τηλέφωνο (fitness application) έδειχνε ότι περπατούσε μέσα στη μεζονέτα την ώρα που –σύμφωνα με την κατάθεσή του- βρισκόταν φιμωμένος και δεμένος. Επίσης, διαπιστώθηκε ότι η κάρτα μνήμης στο καταγραφικό των καμερών ασφαλείας του σπιτιού είχε αφαιρεθεί νωρίτερα από την ώρα που είχε δηλωθεί η «ληστεία». Τέλος, το βιομετρικό ρολόι του θύματος έδειξε ότι οι παλμοί της 20χρονης σταμάτησαν σε διαφορετική ώρα από εκείνη που έγινε η δολοφονία (κατά δήλωση του 33χρονου).
Τελικά ο πιλότος –ύστερα από μία κατάθεση οχτώ ωρών- ομολόγησε ότι εκείνος διέπραξε τη δολοφονία. Ο 33χρονος κατέθεσε ότι τσακωνόταν συχνά με την Καρολάιν και ότι εκείνη ήθελε να πάρουν διαζύγιο. Υποστήριξε ότι δεν είχε οργανώσει τη δολοφονία της και ότι σκηνοθέτησε τη ληστεία για να καλύψει τα ίχνη του.
Συγκεκριμένα φέρεται να κατέθεσε στους αξιωματικούς του Τμήματος Ανθρωποκτονιών:
«Ήταν νωρίς το βράδυ όταν τσακωθήκαμε. Δεν ήταν η πρώτη φορά που τσακωνόμασταν. Ήθελε να χωρίσουμε. Μου είπε να φύγω από το κρεβάτι. Εγώ της απάντησα και τότε την είδα να πετάει το μωρό στην κούνια του. Μου είπε ξανά να φύγω και τότε θόλωσα. Άρχισε να φωνάζει και τότε πήρα ένα μαξιλάρι , πήγα από πάνω της και της έκλεισα το στόμα με το μαξιλάρι και τα χέρια μου. Μετά κατάλαβα ότι την είχα σκοτώσει. Δεν το είχα σχεδιάσει». Στην ερώτηση εάν είχε κάποιον ή κάποιους συνεργούς η απάντηση ήταν αρνητική.